Σελίδες

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

ΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΣ


Κάθε πολίτης (υπεύθυνος, εξ ορισμού) προσδιορίζει τη θέση και εκδηλώνει τη στάση του απέναντι στα διάφορα γεγονότα, καταστάσεις ή συμπτώματα του δημόσιου βίου και της κοινωνικής καθημερινότητας με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο και σε σχέση τόσο με τις ιδιαιτερότητές του (μόρφωση, παιδεία, θυμικό, συμφέροντα, αλληλοσχέσεις κτλ.), όσο και με τη φύση της επαφής του με το κάθε γεγονός ή σύμπτωμα.
Για να δράσουν μαζικά -ως κοινωνική ομάδα και όχι ως όχλος- μια μερίδα πολιτών, θα πρέπει ορισμένα από τα μέλη της να οργανώσουν τη δράση αυτή στη βάση συγκλινουσών ή κοινών ιδιαιτεροτήτων (συνήθως προέχουν αυτές που προβάλλονται ως συμφέροντα). Για τον ρόλο αυτόν στις σύγχρονες κοινωνίες και σε σχέση με επαγγελματικές ιδιαιτερότητες-συμφέροντα (που θα έπρεπε να θεωρούνται συγκλίνοντα -εξ ορισμού) έχουν θεσμοθετηθεί επαγγελματικοί σύλλογοι, συνδικαλιστικοί φορείς, επιμελητήρια και άλλα συλλογικά όργανα.
Η θεσμοθέτηση δεν «επιβάλλει» ούτε προϋποθέτει κύρος και αξιοπιστία του φορέα προς την ομάδα (εσωτερικά) και προς την κοινωνία (εξωτερικά). Αυτά κατακτώνται, διαμορφώνονται και διαφυλάσσονται με διαρκή εγρήγορση και αγωνία τόσο από τους θεσμικούς εκπροσώπους όσο και από τους εκπροσωπουμένους (ομάδα), οι οποίοι τους εκλέγουν και (οφείλουν να) τους βοηθούν στο έργο τους ελέγχοντάς τους (καλοπροαίρετα) σε σχέση διαλεκτική και όχι αντιθετική.
Κατορθώσαμε ν’ απαξιώσουμε τα συλλογικά-συνδικαλιστικά όργανά μας (και τη συλλογική υπευθυνότητά μας) αδιαφορώντας, απέχοντας από τις διαδικασίες εκλογής ή εκλέγοντας ως εκπροσώπους μας όχι τους αρίστους, αλλά τους (κομματικά, προσωπικά ή συμφεροντικά) αρεστούς και αφήνοντάς τους στην τύχη τους, χωρίς βοήθεια-έλεγχο. Έτσι, δεκαετίες τώρα, «συνδικαλισμός είναι η προώθηση και ικανοποίηση ή επίλυση προσωπικών αιτημάτων και προβλημάτων με συλλογικά μέσα». Για την απαξίωση των θεσμών και των οργάνων είμαστε όλοι αλληλέγγυοι - η διαφοροποίηση της ευθύνης δεν είναι ποσοτική, αλλά ποιοτική και χωρική.
Τα επαγγελματικά συμφέροντα των μελών της ομάδας, τόσο των αρχιτεκτόνων όσο και των μηχανικών συνολικά, στην Ελλάδα, προ πολλού βαίνουν αποκλίνοντα. Η πραγματικότητα στις τελευταίες τρεις δεκαετίες, επιγραμματικά:
*      Στα ιδιωτικά έργα (μελέτη, επίβλεψη) οι εκπτώσεις στις αμοιβές αποτελούν πάγια πρακτική, όπως και η καθυστέρηση καταβολής τους. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις που η αμοιβή (ίση ή μεγαλύτερη από την ελάχιστη θεσμοθετημένη) εισπράττεται έγκαιρα -οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον άγραφο κανόνα.
*      Στα δημόσια έργα η διεκδίκηση και ανάληψη εκπόνησης μιας μελέτης συχνά οδηγείται μέσα από παρακάμψεις (της αξιοκρατικής επιλογής) και παράπλευρους δρόμους (χωρίς να αποκλείεται η διαπλοκή).
Συνάδελφοι και συμπολίτες, δεν είναι στραβός ο γιαλός (δεν υπάρχουν στραβοί γιαλοί) - στραβά αρμενίζουμε!
Δεν φροντίσαμε να προωθήσουμε, ν’ αναδείξουμε και να θεσμοθετήσουμε μηχανισμούς ελέγχου. Η κατάργηση της ελάχιστης αμοιβής (που θα έπρεπε να είναι αυστηρή, όχι να χαϊδεύει ΤΕΕ και ΤΣΜΕΔΕ) αντισταθμίζει την κατάργηση του εξωλογιστικού προσδιορισμού καθαρού κέρδους (μοναδικοί συντελεστές). Το ποσοστό καθαρού κέρδους 38% (ή όποιο άλλο, ανάλογα με τη μελέτη ή υπηρεσία) δικαιολογούσε σημαντικό ποσό εξόδων για να καλύπτονται πιθανές (πάγια τακτική) εκπτώσεις και καθυστερήσεις καταβολής αμοιβών, αφού πριν από τη θεσμοθέτησή του οι εκπτώσεις δικαιολογούνταν με «πιστωτικό σημείωμα» (σημείο τριβής μεταξύ μηχανικών και φοροεισπρακτικών μηχανισμών). Θα ήταν ολέθριο να δηλώνουμε έσοδα πολύ μεγαλύτερα από τα πραγματικά, αλλά έξοδα μόνον όσα αποδεικνύονται με παραστατικά. Θα έπρεπε να φορολογούμαστε για εισόδημα μεγαλύτερο του πραγματικού. Την επιπλέον φορολογική επιβάρυνση θα την αναλάμβανε ο πελάτης;
Ο επαγγελματίας και το επάγγελμα -κάθε επάγγελμα- δεν απαξιώνεται από την αμοιβή του επαγγελματία. Τα επαγγέλματα απαξιώνονται από τους επαγγελματίες, τους «επαγγελματίες» και την κοινωνία, καθώς και από τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ αυτών των τριών παραγόντων. Ο νόμος δεν απαξιώνει ούτε αξιώνει. Ένας νόμος, ακόμη και ο πιο άδικος, είναι δίκαιος, όταν έχει καθολική εφαρμογή, χωρίς παρεκκλίσεις, εξαιρέσεις, καταστρατηγήσεις. Αντίθετα, ακόμη και ο δικαιότερος νόμος καθίσταται άδικος, όταν καταστρατηγείται.

Έριξα μια ματιά πίσω και γύρω μας για να προσδιορίσω κοινωνικογεωγραφικά τη θέση μας. Και για να δω «γιατί οι μηχανικοί αντέδρασαν με αδιαφορία στην επιχειρούμενη ρύθμιση που ανατρέπει πλήρως το πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος».
Ας κοιτάξουμε μπροστά. Είναι εύκολο, αλλά ανεύθυνο (ενίοτε ολέθριο) ν’ αγωνιζόμαστε για να διατηρήσουμε τα κεκτημένα (το βόλεμα). Όμως η ζωή, η φύση δεν ανέχεται κεκτημένα (το βόλεμα -και η προσπάθεια γι’ αυτό- είναι παρά φύσιν). Ο πολίτης, ο μαχόμενος αρχιτέκτονας και επαγγελματίας οφείλει ν’ αγωνιά για τη βελτίωση τη δική του και του προϊόντος που προσφέρει και να δρα προς την κατεύθυνση αυτήν. Είναι κοινωνική ευθύνη.
Ο νόμος -οποιοσδήποτε νόμος- δεν οδηγεί σε βελτίωση, ούτε σε χειροτέρευση. Η εφαρμογή του μπορεί -και πρέπει- ν’ αποτελέσει αφορμή και αφετηρία αναδιάρθρωσης, αναμόρφωσης των σχέσεων μεταξύ των επαγγελματιών, των «επαγγελματιών» και της κοινωνίας καθώς και άρσης της απαξίωσης του κοινωνικού ρόλου του αρχιτέκτονα και του μηχανικού και της συμβολής του στην κοινωνική αειφορία.
Για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, η αμοιβή κάθε εργαζομένου πρέπει να διασφαλίζεται, ως ανταπόδοση για το αγαθό που αυτός προσφέρει. Αντίστοιχα πρέπει να διασφαλίζεται ποσοτικά και ποιοτικά το αγαθό που ανταποκρίνεται στην αμοιβή αυτή. Η διασφάλιση ελάχιστης αμοιβής είναι παρωχημένη -έχει ξεπεραστεί από την καθημερινή πρακτική. Στο πλαίσιο της κοινωνικής ευθύνης οφείλουμε ως πολίτες, επαγγελματίες και αρχιτέκτονες μηχανικοί να διεκδικήσουμε
*      αξιόπιστους μηχανισμούς ελέγχου, σαφώς ορισμένα και θεσμοθετημένα επαγγελματικά δικαιώματα και αμοιβή που ν’ ανταποκρίνεται στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος (μελέτη, επίβλεψη κτλ.), που καθένας σε κάθε περίπτωση προσφέρει,
*      θέσπιση όρων και κανόνων και έλεγχο της τήρησής τους από μηχανισμούς που θα ελέγχονται από την κοινωνία (ελέγχοντες και ελεγχόμενοι σε αντιμεταθετική σχέση),
*      αναμόρφωση του συνδικαλισμού, ώστε να προάγει τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, αλλά και τη βελτίωση του προϊόντος και των εργαζομένων (επιμόρφωση κτλ.) με ταυτόχρονη απολύμανση του κλάδου (αντιδεοντολογικές συμπεριφορές, διαπλοκή, αθέμιτος ανταγωνισμός κτλ.).

Η άποψη ότι «το επάγγελμα του αρχιτέκτονα αντιμετωπίζει κρίση», μου φαίνεται εξωραϊσμένη, ψιμυθιωμένη. Το επάγγελμα του αρχιτέκτονα δεν «αντιμετωπίζει κρίση» σήμερα - πολλά χρόνια τώρα «βρίσκεται υπό διωγμό»:
*      Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα «κάνουν» όλοι (δήμαρχοι, λοιποί αιρετοί, δημόσιοι λειτουργοί, συμπέθεροι, διακοσμητές, κουμπάροι, ξαδέρφια, γείτονες κ.ά.), κυρίως στα ιδιωτικά, αλλά και σε δημόσια έργα. Ο αρχιτέκτονας αποτελεί περιττή, ενίοτε αναπόφευκτη (λόγω νομοθεσίας), πολυτέλεια.
*      Η αρχιτεκτονική αντιμετωπίζεται χειρότερα και από την κομμωτική (από την κομμώτρια ζητάμε να μας φτιάξει το look σύμφωνα με τη μόδα ή ένα ορισμένο στιλ, ενώ από τον αρχιτέκτονα, μια «άδεια», όχι μελέτη, για να κτίσουμε -για τη συνέχεια, «οι μαστόροι ξέρουν τη δουλειά τους»).
*      Για τους δημοσιογράφους, το επάγγελμα του αρχιτέκτονα είναι απροσδιόριστο, μάλλον συναφές του μηχανικού, ενταγμένο στα «κλειστά επαγγέλματα» και μαζί με του γιατρού, του δικηγόρου και άλλα ανάλγητα, παράγει φοροδιαφυγή, διαπλοκή, διαφθορά και όλα τα κακά της μοίρας μας.
*      Ο καταναλωτής αγνοεί ή αποφεύγει (καχυποψία;) ν’ απευθυνθεί σε αρχιτέκτονα ή άλλης ειδικότητας μηχανικό για υπεύθυνη και τεκμηριωμένη γνώμη πριν αγοράσει ένα ακίνητο (του αρκεί η γνώμη του μεσίτη ή του εργολάβου) -ενώ απαιτεί να διαλέξει τις ντομάτες που αγοράζει από τον μανάβη.
Μας αγνοούν επιδεικτικά, μας παρακάμπτουν, μας απορρίπτουν επειδή:
*      Δικαίωμα υπογραφής αρχιτεκτονικής μελέτης (και επίβλεψης) στα ιδιωτικά έργα έχουν όλοι οι μηχανικοί και τεχνολόγοι (με περιορισμούς) -θα δεχόμασταν διάγνωση ή και θεραπεία για ουρολογικό πρόβλημα υπογραμμένη από ΩΡΛ ή νοσηλευτή;
*      Υπάρχουν αρχιτέκτονες που «πουλούν» την υπογραφή τους επικυρώνοντας «αρχιτεκτονικές μελέτες» ακόμη και εργολάβων.
*      Στις πινακίδες των δημοσίων έργων μονίμως παραλείπονται οι μελετητές (λες και τα δημόσια έργα υλοποιούνται με μελέτες «αγνώστου πατρός» ή χωρίς μελέτες).
*      Το αρχιτεκτονικό έργο (εγχώριο και διεθνές) ελάχιστα προβάλλεται, ενώ συνήθως η παρουσίασή του απευθύνεται σε λίγους, αποφεύγει το κοινωνικό σύνολο (εσωστρέφεια).
*      Το κοινωνικό γίγνεσθαι φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από δικηγόρους, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες (με προτίμηση στους «λαϊκούς»), αγρότες, «συνδικαλιστές», συνταξιούχους κ.ά. και λιγότερο από αρχιτέκτονες (λαϊκισμός). Οι αρχιτέκτονες δεν έχουν προβλήματα, γνώμη, συμμετοχή στην κοινωνική καθημερινότητα και στον δημόσιο βίο; Γιατί σιωπούν;
*      Υποβόσκει εσωτερική (ενδοκλαδική) διαμάχη. Προ πολλού ο αρχιτεκτονικός διάλογος έχει διολισθήσει, από τη γόνιμη αντιπαράθεση ιδεών και τεκμηριωμένων απόψεων, στον διαγκωνισμό (αλληλοσφαγή) για τη μεγιστοποίηση της φήμης και του κέρδους (όχι πάντοτε με θεμιτά μέσα και τρόπους).
Το επάγγελμα και η αρχιτεκτονική στην Ελλάδα βάλλονται πανταχόθεν, έσωθεν και έξωθεν. Χρειαζόμαστε ένα ισχυρό choc για
*      να επαναπροσδιορίσουμε-αναθεωρήσουμε τη θέση και τον ρόλο μας στην κοινωνία, να θυμηθούμε την κοινωνική ευθύνη, να πληροφορήσουμε γι’ αυτά και για την αρχιτεκτονική,
*      να συναποφασίσουμε και να ορίσουμε κανόνες που όλοι θα εφαρμόζουμε και να απαιτήσουμε οι κανόνες αυτοί να είναι έξωθεν σεβαστοί,
*      να προτείνουμε και να απαιτήσουμε τη θεσμοθέτηση και λειτουργία αξιόπιστων και αυστηρών μηχανισμών ελέγχου του επαγγέλματος -από τη διαφθορά κάποιοι ωφελούνται, όλοι ζημιώνουμε-,
*      να πάψουμε να σκεπτόμαστε, να ενεργούμε, να λειτουργούμε, να συνδικαλιζόμαστε, να διεκδικούμε με μεθόδους, μέσα, λογική και συναισθηματισμούς παρωχημένων εποχών.
Η Αρχιτεκτονική είναι Πρωτοπορία εξ ορισμού (σχεδιάζει το μέλλον) - το ξεχάσαμε;

Υ.Γ.
Οι οπαδοί του ήπιου προβληματισμού (καναπές), οι προσανατολισμένοι στον αποπροσανατολισμό (TV) και οι αρχιδιανοούμενοι της κοινωνικής αφασίας («προοδευτικοί»), που -τυχόν- θα διαβάσουν το κείμενο αυτό, ας μη μπουν στον κόπο να το εντάξουν σε κάποια γνώριμη ετικέτα. Ας ξαναδιαβάσουν ιστορία. Στον πόλεμο κερδίζει όποιος χρησιμοποιεί νέα, καινοτόμα όπλα -τα χρησιμοποιημένα είναι ξεπερασμένα, τα χρησιμοποιούν οι άλλοι. Με παλιές σημαίες δεν γίνεται ανατροπή, επανάσταση (ούτε η «επανάσταση του αυτονόητου»), πρωτοπορία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: